- ανάτυπο
- τοέκδοση σε ιδιαίτερο τεύχος μελέτης που δημοσιεύτηκε σε επετηρίδα, περιοδικό κτλ.: Μου έστειλαν μερικά ανάτυπα της μελέτης μου.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ανάτυπο — Η επανέκδοση σε ανεξάρτητο βιβλίο ή φυλλάδιο κειμένου που έχει δημοσιευτεί σε περιοδική έκδοση ή εγκυκλοπαιδικό λεξικό … Dictionary of Greek
Канеллопулос, Панайотис — Панайотис Канеллопулос греч. Παναγιώτης Κανελλόπουλος … Википедия
Panagiotis Kanellopoulos — (Griechisch: Παναγιώτης Κανελλόπουλος) (* 13. Dezember 1902 in Patras; † 11. September 1986 in Athen) war ein griechischer Soziologe, Geschichtsphilosoph, Rechtswissenschaftler, Lyriker, Politiker und zweimaliger Ministerpräsident … Deutsch Wikipedia
Веллиос, Константинос — … Википедия